Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Θέμα: ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ & ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ


1.     Σας αποστέλλω την πρόταση για το «Νέο Λύκειο» που θα καταθέσω αύριο στο Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του ΕΣΥΠ καιπεριμένω τις προτάσεις σας μέχρι τις 20 Απριλίου.

2.     Την 1η  Δεκεμβρίου του 2010 σας έστειλα το πρώτο κείμενο εργασίας με τις βασικές αρχές της πρότασής μας για την αναδιάρθρωση των περιφερειακών δομών της διοίκησης της εκπαίδευσης. Σήμερα σας αποστέλλω την τελική μας πρόταση, η οποία προέκυψε με την ευρύτερη συνεργασία με τα περιφερειακά στελέχη της διοίκησης, και θα δοθεί άμεσα σε ανοιχτή διαβούλευση. Περιμένω τις προτάσεις σας επί του κειμένου, που σας επισυνάπτεταιμέχρι τις 14 Απριλίου.

3.     Επειδή, βασική προτεραιότητα για την υλοποίηση των πολιτικών του Νέου Σχολείου είναι η αναβάθμιση και υποστήριξη του ρόλου του εκπαιδευτικού, θα προχωρήσουμε στην επεξεργασία πρότασης για τη νέα φιλοσοφία - λειτουργία του θεσμού « Μετεκπαίδευσης - Διδασκαλείων». Για το σκοπό αυτό θα συγκροτήσουμε ομάδα εργασίας για τη διαμόρφωση της νέας πρότασης. Παρακαλώ να ορίσετε ένα εκπρόσωπο  των επιστημονικών ινστιτούτων των ομοσπονδιών σας που θα συμμετέχει στην ομάδα εργασίας μέχρι την Τετάρτη 6 Απριλίου.
Η Υπουργός
Αννα Διαμαντοπούλου


  «Aναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης»  (κείμενο διαβούλευσης)
Aναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης(διάγραμμα)

ΔΟΕ ''Θέμα: Έρευνα του ΙΠΕΜ/ΔΟΕ για τα 801 Σχολεία αναμορφωμένου προγράμματος''




Αρ. Πρωτ.1933Αθήνα  30/3/2011
Προς
Τους Συλλόγους Εκπ/κών Π.Ε.


Θέμα: Έρευνα του ΙΠΕΜ/ΔΟΕ για τα 801 Σχολεία αναμορφωμένου   προγράμματος
Αγαπητοί συνάδελφοι,
            Ξεκίνησε η έρευνα του ΙΠΕΜ/ΔΟΕ, για τα σχολεία αναμορφωμένου προγράμματος, με την αποστολή ερωτηματολογίων και στα 801 σχολεία που εφαρμόζουν το πρόγραμμα.  
            Στην έρευνα καλούνται ν' απαντήσουν ελεύθερα και ανεπηρέαστα όλοι οι εκπαιδευτικοί που τη φετινή χρονιά εργάζονται στα συγκεκριμένα σχολεία. Θυμίζουμε ότι για τη διεξαγωγή έρευνας στα σχολεία Ε.Α.Ε.Π. υπάρχει απόφαση του Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. και ομόφωνη απόφαση του Δ.Σ. του Ινστιτούτου (ΙΠΕΜ/ΔΟΕ).
            Σας καλούμε να βοηθήσετε στη διεξαγωγή της έρευνας, τα συμπεράσματα της οποίας θα ισχυροποιήσουν την επιστημονική τεκμηρίωση των θέσεων του κλάδου. Επίσης, όπως ήδη γνωρίζετε το θέμα των Σχολείων Ενιαίου Αναμορφωμένου Εκπαιδευτικού Προγράμματος περιλαμβάνεται στην Ημερήσια Διάταξης της 80ης Γενικής Συνέλευσης της Δ.Ο.Ε. προκειμένου να ληφθεί απόφαση συνεκτιμώντας και τα αποτελέσματα της έρευνας.
            Η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας θα γίνει σε ημερίδα - διημερίδα που σχεδιάζει να πραγματοποιήσει το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μάη.
            Για ότι νεότερο θα ενημερωθείτε έγκαιρα 

Κόβουν τις φοροαπαλλαγές των στεγαστικών δανείων

Τις φοροαπαλλαγές για τους τόκους δανείων απόκτησης πρώτης κατοικίας και για τις δαπάνες ιδιωτικής ασφάλισης σχεδιάζει να καταργήσει η κυβέρνηση, στο πλαίσιο του µεσοπρόθεσµου προγράµµατος 2012-15, για όσους έχουν εισόδηµα πάνω από ένα όριο. Ως ενδεικτικό όριο έχει αναφερθεί το ετήσιο εισόδηµα των 60.000 ευρώ, αλλά ενδέχεται αυτό να κατέβει στα 50.000 ευρώ. Επίσης, το µεσοπρόθεσµο πρόγραµµα που ετοιµάζεται εντατικά αυτές τις µέρες στο υπουργείο Οικονοµικών, ενόψει της άφιξης της τρόικας στην Αθήνα τη ∆ευτέρα, προβλέπει περικοπή κοινωνικών επιδοµάτων (π.χ. επίδοµα ανεργίας) µε βάση εισοδηµατικά κριτήρια, µειώσεις αµοιβών δηµοσίων υπαλλήλων στο πλαίσιο του ενιαίου µισθολογίου, ενώ ενδέχεται να υπάρξει και περαιτέρω µείωση σε υψηλούς µισθούς εργαζοµένων στις ∆ΕΚΟ.

Συνολικά, τα µέτρα τουµεσοπρόθεσµου προγράµµατος που έχει συγκεντρώσει και αξιολογεί το υπουργείο Οικονοµικών ανέρχονται σε 24 δισ. ευρώ, σύµφωνα µεπληροφορίες, έναντι αρχικού στόχου για 22 δισ. ευρώ.

Ειδικότερα, από τις ∆ΕΚΟ οι πληροφορίες αναφέρουν ότι σχεδιάζεται να εξοικονοµηθούν 2 δισ. ευρώ στην περίοδο 2012-15, κυρίως χάρη στην αναδιοργάνωσή τους, τη βελτίωση της είσπραξης εσόδων τους και τον περιορισµό των προσλήψεών τους. Νέα γενική µείωση µισθών δεν σχεδιάζεται, αλλά – όπως αναφέρουν οι πληροφορίες – είναι πιθανό να υπάρξουν περαιτέρω µειώσεις σε κάποιους πολύ υψηλόµισθους που έχουν αποµείνει. Αντίθετα, το µεσοπρόθεσµο πρόγραµµα στηρίζει πολλές ελπίδες στην καταπολέµηση της εισφοροδιαφυγής, προβλέποντας αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών ταµείων κατά 4 δισ. ευρώ περίπου την προσεχή τετραετία, σύµφωνα µε τη φιλόδοξη πρόταση του υπουργείου Κοινωνικής Ασφάλισης.

Η δεύτερη βασική πηγή εξοικονόµησης του µεσοπρόθεσµου προγράµµατος είναι η καταπολέµηση της φοροδιαφυγής, µε νέα συγκεκριµένα µέτρα, από την οποία εκτιµάται ότι θα µπορέσουν να αντληθούν άλλα 4 δισ. ευρώ περίπου την ίδια περίοδο.

Επίσης, το σχέδιο για την κατάργηση δηµόσιων φορέων που δεν χρειάζονται επανέρχεται στο προσκήνιο µε το µεσοπρόθεσµο πρόγραµµα, παρότι τίποτα δεν έχει γίνει µέχρι στιγµής.
«Λέµε την αλήθεια για την οικονοµία» λένε τρεις υπουργοί 
Πρεσάρισµα από τρεις κορυφαίους υπουργούς δέχτηκε χθες ο ανδρέας Λοβέρδος µε αφορµή τις δηλώσεις του ότι η κυβέρνηση λέει την αλήθεια για την κατάσταση της οικονοµίας µε δόσεις και όχι ολόκληρη. ο υπουργός οικονοµικών Γ. Παπακωνσταντίνου µε παρέµβασή του στο Mega απάντησε ότι η κυβέρνηση λέει την αλήθεια στον λαό, ενώ εµµέσως πλην σαφώς υπενθύµισε στον συνάδελφό του ποιος είναι υπεύθυνος για τα θέµατα της οικονοµίας σχολιάζοντας: «Λέµε την αλήθεια, και ο κ. Λοβέρδος στον τοµέα του, και εγώ στον δικό µου τοµέα». Στο ίδιο κανάλι ο υπουργός Περιφερειακής ανάπτυξης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης είπε ότι είναι δεδοµένο πως η κυβέρνηση λέει την αλήθεια για τα οικονοµικά στοιχεία, εποµένως «οποιαδήποτε συζήτηση είναι περιττή». την ίδια ώρα ο υπουργός εθνικής αµυνας ευάγγελος Βενιζέλος µιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθµό Βήµα FM συµφώνησε πως «πρέπει να λέµε την αλήθεια», για να προσθέσει µε νόηµα «και αυτό ακριβώς κάνουµε». ανέφερε µάλιστα πως ακριβώς επειδή η κυβέρνηση λέει την αλήθεια “αυξήθηκαν εντυπωσιακά τα µεγέθη του δηµοσίου χρέους και του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος της χώρας και ενώ άλλα είχαν δηλωθεί µέχρι το 2009 άλλη είναι η πραγµατικότητα”.



alfavita

Υπουργείο Παιδείας: Από το ακαδημαϊκό έτος 2011-2012 ειδικός αριθμός θέσεων εισακτέων για κάθε Τμήμα ή Σχολή και για κάθε ειδική κατηγορία πέραν του κανονικού αριθμού εισακτέων


Όπως είναι γνωστό στα Παν/μια, στα ΤΕΙ, στις Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, στην ΑΣΠΑΙΤΕ (Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής & Τεχνολογικής Εκπ/σης), στις Ανώτερες  Σχολές Τουριστικής Εκπ/σης του Υπουργείου Πολιτισμού & Τουρισμού, ο αριθμός των εισακτέων καθορίζεται με υπουργική απόφαση αφού ληφθούν υπ’ όψη οι προτάσεις των Ιδρυμάτων.
Η Πολιτεία διαχρονικά, για μια σειρά από λόγους, έχει θεσπίσει διατάξεις με τις οποίες εξυπηρετούνται συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες όσον αφορά την εισαγωγή στα Παν/μια και τα ΤΕΙ. Έχουν έτσι θεσμοθετηθεί οι μετεγγραφές για οικονομικούς λόγους, για οικογενειακούς λόγους, για περιορισμό πολλαπλών νοικοκυριών που οι οικογένειες υποχρεούνται να διατηρούν λόγω φοίτησης σε διαφορετικές πόλεις, για λόγους υγείας των μελών οικογενειών των υποψηφίων, κλπ.
Ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών αυτών αναγκών καλύπτονται με μετεγγραφές οι οποίες πραγματοποιούνται μετά την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους και αφού υποβληθούν τα σχετικά δικαιολογητικά. Οι φοιτητές μετεγγράφονται αφού έχουν ήδη εγγραφεί στο Ίδρυμα στο οποίο έχουν πετύχει, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται με πρόσθετα έξοδα ενοικίων κλπ. αλλά και να διαταράσσεται η ουσιαστική εκπαιδευτική διαδικασία τόσο για τους ίδιους όσο και για τους συμφοιτητές τους στα Τμήματα στα οποία μετεγγράφονται (εργασίες που έχουν ανατεθεί, κατανομή σε εργαστήρια, κτλ).
Ταυτόχρονα, υπάρχουν ειδικές κατηγορίες ενδιαφερομένων, οι οποίοι έχουν την ευχέρεια να διεκδικήσουν την εισαγωγή τους στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ την ίδια χρονιά με δύο ή τρεις τρόπους, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκουν, σύμφωνα με ειδικές διατάξεις που έχουν θεσμοθετηθεί, όπως: τέκνα Ελλήνων του εξωτερικού και τέκνα Ελλήνων υπαλλήλων αποσπασμένων στο εξωτερικό τα οποία φοίτησαν αντίστοιχα 4 ή 3 χρόνια σε σχολεία του εξωτερικού και έχουν ολοκληρώσει την φοίτησή τους στην Δευτεροβάθμια εκπαίδευση αποκτώντας απολυτήριο στην Ελλάδα, αλλοδαποί-αλλογενείς που έχουν ολοκληρώσει την φοίτησή τους σε Λύκεια της Ελλάδας, αλλογενείς-ομογενείς υπότροφοι, έλληνες της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης,  αθλητές με διακρίσεις, μαθητές διακριθέντες στην Βαλκανική ή διεθνή Ολυμπιάδα Μαθηματικών, Πληροφορικής, Φυσικής, Χημείας κλπ. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, μια στις δυο θέσεις επιτυχίας τους στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος μένει κενή αφού οι επιτυχόντες έχουν την δυνατότητα επιλογής.
Η διαμορφωθείσα κατάσταση όμως έχει και μια πολύ σοβαρή αρνητική διάσταση όσον αφορά την ουσία της ακαδημαϊκής και εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ενώ καθορίζεται ένας συγκεκριμένος αριθμός εισακτέων στα κεντρικά Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, ο αριθμός αυτός πολλαπλασιάζεται χωρίς κανείς να έχει ακριβή εικόνα του αριθμού των φοιτητών, οι οποίοι τελικά θα εγγραφούν μέχρι το τέλος του α΄ έτους. Ταυτόχρονα, ο αριθμός των νέων φοιτητών που παραμένουν στα περιφερειακά ιδρύματα μετά τις μετεγγραφές μειώνεται σημαντικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν τμήματα με μεγάλο αριθμό διδασκόντων, για τα οποία έχουν γίνει επενδύσεις σε προσωπικό αλλά και σε υποδομές χωρίς, όμως, ο πραγματικός όγκος των φοιτητών σε αυτά να δικαιολογεί τις παραπάνω επενδύσεις.
Ενδεικτικά, αναφέρονται οι παρακάτω περιπτώσεις των Τμημάτων, όπου ο αριθμός των μετεγγραφέντων υπερδιπλασίασε ή σχεδόν διπλασίασε τον αριθμό των πρωτοετών φοιτητών σε αυτά (σύμφωνα με τα στοιχεία για το ακαδημαϊκό έτος 2009-2010):
1. Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, όπου ο αριθμός εισακτέων  ήταν 70 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 91.
2. Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν 110 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 104.
3. Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν 250 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 218.
4. Πολιτικών Δομικών Έργων του ΤΕΙ Πειραιά, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν μόλις 60 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 123, τριπλασιάζοντας ουσιαστικά τον αριθμό των νεοεισαχθέντων σπουδαστών.
5. Λογιστικής του ΤΕΙ Πειραιά, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν 150 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 257.
6. Διατροφής και Διαιτολογίας του Αλεξανδρείου ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν 60 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 74.
7. Διοίκησης Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Αθήνας, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν 85 και οι μετεγγραφέντες ανήλθαν σε 98.
Για τα ίδια Τμήματα για το ακαδημαϊκό έτος 2010-2011 (από τα στοιχεία των μετεγγραφών για τις οποίες οι αιτήσεις έγιναν ηλεκτρονικά και αποτελούν το 95%  του συνόλου των μετεγγραφέντων), σε σύγκριση με το 2009-2010, υπάρχουν οι εξής διαπιστώσεις:
1. Στο Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ο αριθμός των μετεγγραφέντων κινήθηκε στα ίδια επίπεδα φτάνοντας τους 92.
2. Στο Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο αριθμός των μετεγγραφέντων από 104 ανέβηκε στους 145.
3. Στο Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ο αριθμός των μετεγγραφέντων από 218 μειώθηκε σε 97 λόγω των νέων ρυθμίσεων.
4. Στο Τμήμα Πολιτικών Δομικών Έργων του ΤΕΙ Πειραιά, όπου ο αριθμός εισακτέων ήταν 80, ο αριθμός των μετεγγραφέντων ανήλθε σε 131.
5. Στο Τμήμα Λογιστικής του ΤΕΙ Πειραιά, ο αριθμός των μετεγγραφέντων από 257 μειώθηκε σε 110 λόγω των νέων ρυθμίσεων.
6. Στο Τμήμα Διατροφής και Διαιτολογίας του Αλεξανδρείου ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, ο αριθμός των μετεγγραφέντων κινήθηκε στα ίδια επίπεδα φτάνοντας τους 78.
7. Στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Αθήνας, ο αριθμός των μετεγγραφέντων από 98 μειώθηκε σε 50 λόγω των νέων ρυθμίσεων.
Είναι φανερό ότι ο αριθμός των πρόσθετων εισακτέων σε τμήματα από μετεγγραφές μειώθηκε μόνο στις περιπτώσεις όπου έγινε ομαδοποίηση Τμημάτων στον ίδιο νομό, όπως στα παραδείγματα του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Αθήνας, του Τμήματος Λογιστικής του ΤΕΙ Πειραιά και του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Για να αναδειχθεί και το πρόβλημα από την πλευρά των περιφερειακών τμημάτων αρκεί επίσης να αναφερθούν μερικές ακραίες περιπτώσεις:
Στο Τμήμα Λογιστικής του ΤΕΙ Μεσολογγίου εισήχθησαν 450 και αποχώρησαν με μετεγγραφή 170 φοιτητές. Στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Δυτ. Μακεδονίας εισήχθησαν 550 και αποχώρησαν 166. Στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Ιονίων Νήσων εισήχθησαν 350 και αποχώρησαν 164. Στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Παν/μίου Αιγαίου εισήχθησαν 250 και αποχώρησαν 158. Στο Τμήμα Λογιστικής του ΤΕΙ Δυτ. Μακεδονίας εισήχθησαν 500 και αποχώρησαν 153. Στο Τμήμα Εμπορίας & Διαφήμισης του ΤΕΙ Κρήτης εισήχθησαν 330 και αποχώρησαν 152. Στο Τμήμα Λογιστικής του ΤΕΙ Ηπείρου εισήχθησαν 420 και αποχώρησαν 134. Στο Τμήμα Νομικής του Δημοκριτείου Παν/μίου Θράκης εισήχθησαν 600 και αποχώρησαν 132. Στο Τμήμα Εμπορίας & Διαφήμισης του ΤΕΙ Λαμίας εισήχθησαν 300 και αποχώρησαν 131. Στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας & Ιστορίας του Παν/μίου Αιγαίου εισήχθησαν 180 και αποχώρησαν 121. Στο Τμήμα Μαθηματικών του Παν/μίου Αιγαίου εισήχθησαν 210 και αποχώρησαν 118. Στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Παν/μίου Αιγαίου εισήχθησαν 250 και αποχώρησαν 116. Στο Τμήμα Λογιστικής του ΤΕΙ Καβάλας εισήχθησαν 500 και αποχώρησαν 115.
Ένα άλλο πρόβλημα που είναι προφανές ότι δημιουργείται στην ουσία της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι η μεγάλη ανομοιογένεια των πρωτοετών φοιτητών στα Τμήματα μεγάλης ζήτησης λόγω ακριβώς αυτών των ρυθμίσεων. Όπως είναι φανερό, σε αρκετά από τα τμήματα αυτά, το ποσοστό των φοιτητών με χαμηλή βαθμολογία είναι περίπου ίδιο με το ποσοστό αυτών με υψηλή βαθμολογία. Η ανομοιογένεια αυτή αδικεί όσους κατάφεραν να πετύχουν υψηλές βαθμολογίες και δικαιωματικά προσδοκούν να πάρουν την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση.
Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις, κεντρικά ιδρύματα αδυνατούν να εκπαιδεύσουν, μετά και τις μετεγγραφές, τον τελικό αριθμό των φοιτητών που εισάγονται σε αυτά. Αυτό έχει οδηγήσει σε διαμαρτυρίες, κλείσιμο σχολών, πρόσθετες εκ των υστέρων χρηματοδοτήσεις, αλλά και λύσεις εκ των ενόντων που ανατρέπουν την εκπαιδευτική διαδικασία και υποβαθμίζουν την ποιότητα των σπουδών.
Πολλές διοικήσεις πανεπιστημίων, πανεπιστημιακοί, και εκπαιδευτικοί αναλυτές έχουν εισηγηθεί την κατάργηση όλων των ρυθμίσεων μετεγγραφών ή εγγραφών εκτός των πανελλήνιων εξετάσεων, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα φαινόμενα αυτά. Μια τέτοια προσέγγιση θα έλυνε οπωσδήποτε τα ακαδημαϊκά και εκπαιδευτικά προβλήματα. Θα επιβάρυνε, όμως, υπερβολικά οικογένειες που έχουν από την πολιτεία θεωρηθεί ότι πρέπει να βοηθηθούν και οι οποίες προσβλέπουν στις μετεγγραφές, ως μια παροχή της πολιτείας προς αυτούς. Η κοινωνία έχει αποδεχθεί την πρακτική αυτή και για αυτό εξ άλλου δεν έχει ποτέ γίνει προσπάθεια να καταργηθούν οι διευκολύνσεις αυτές.
Είναι, επομένως, ανάγκη να αντιμετωπισθεί με ουσιαστικό τρόπο το πρόβλημα αυτό, χωρίς ταυτόχρονα να καταργηθεί η ειδική μεταχείριση που η πολιτεία έχει αποφασίσει να παρέχει σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και άτομα.
Προκειμένου να αντιμετωπισθεί το παραπάνω πρόβλημα, το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων επεξεργάζεται ρύθμιση με την οποία από το ακαδημαϊκό έτος 2011-2012 θα θεσπισθεί ειδικός αριθμός θέσεων εισακτέων για κάθε Τμήμα ή Σχολή και για κάθε ειδική κατηγορία πέραν του κανονικού αριθμού εισακτέων. Με την ρύθμιση αυτή, θα εξακολουθήσει να ικανοποιείται το κοινωνικό πρόβλημα που προσπαθούν να λύσουν οι διατάξεις για μετεγγραφές χωρίς όμως να επιβαρύνεται σε υπερβολικό βαθμό το επίπεδο παρεχόμενης εκπαίδευσης και γενικά η ουσία της εκπαιδευτικής διαδικασίας όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Για να γίνει κατανοητή η εφαρμογή αυτής της διάταξης δίνεται το παρακάτω παράδειγμα.
Παράδειγμα:Το Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κατά το ακαδημαϊκό 2009-2010, είχε 250 εισακτέους από ΓΕΛ και μετεγγράφησαν σε αυτό συνολικά 218 επιπλέον φοιτητές. Με την θέσπιση των επιπλέον θέσεων επί του αριθμού εισακτέων, θα μπορούσε να καθορισθεί πρόσθετος αριθμός εισακτέων για ειδικές κατηγορίες, π.χ. 30 από οικογένειες πολυτέκνων, 15 από  οικογένειες τριτέκνων, 4 αν έχουν αδελφό/ή που φοιτά ήδη σε άλλη πόλη εκτός της μόνιμης κατοικίας των γονέων ή είναι ορφανός/ή ή υπάρχει λόγος υγείας μελών οικογενείας, 1 αν στην οικογένειά τους έχει υπάρξει θύμα τρομοκρατικής ενέργειας και 4 συνολικά για τις παραπάνω κατηγορίες από εσπερινά ΓΕΛ, δηλαδή συνολικά 54 επιπλέον φοιτητές. Με παρόμοιο τρόπο θα καθορίζεται ο ειδικός αριθμός των πρόσθετων εισακτέων για όλα τα τμήματα των κεντρικών –και όχι μόνο- Ιδρυμάτων που  με την ισχύουσα νομοθεσία δέχονται φοιτητές από μετεγγραφή.
Η επιλογή σε κάθε τμήμα θα γίνεται με βάση τον αριθμό των μορίων του κάθε υποψηφίου και την σειρά προτίμησης που έχει δηλώσει ο υποψήφιος στο μηχανογραφικό του. Η διαδικασία επιλογής σε κάθε τμήμα για τις ειδικές κατηγορίες θα γίνεται αφού θα έχει προηγηθεί ο πρώτος κύκλος επιλογής, με αποκλειστικό κριτήριο τον αριθμό των μορίων και την σειρά προτίμησης στο μηχανογραφικό. Ταυτόχρονα, θα θεσπιστεί ανώτατο όριο οικογενειακού εισοδήματος κατά περίπτωση, ώστε παράλληλα με τα αξιοκρατικά κριτήρια να λαμβάνονται υπόψη και τα κοινωνικά. Το ανώτατο όριο οικογενειακού εισοδήματος θα αφορά μόνο τα Τμήματα και τις Σχολές των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης.
Πρόκειται, δηλαδή, για πλήρως αντικειμενική επιλογή για όλους τους υποψηφίους και με την αρχική κατανομή αλλά και με την υπαγωγή στις ειδικές κατηγορίες.
Σκοπός, επομένως, της αλλαγής αυτής είναι να δοθεί η δυνατότητα σε όσους αντιμετωπίζουν οικογενειακά προβλήματα ή προβλήματα υγείας μελών της οικογενείας τους και αδυνατούν ή δυσκολεύονται να φοιτήσουν σε σχολές ή Τμήματα που βρίσκονται μακράν της μόνιμης κατοικίας τους, να επιλέξουν να φοιτήσουν σε σχολές ή Τμήματα της περιοχής κατοικίας τους από την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους, με την προϋπόθεση όμως ότι έχουν συγκεντρώσει την απαιτούμενη βαθμολογία είτε με τη γενική σειρά, είτε με τον αντίστοιχο ειδικό αριθμό θέσεων για κάθε κατηγορία για τις σχολές επιλογής τους. Οι προερχόμενοι από πολύτεκνες οικογένειες δηλαδή, θα έχουν τη δυνατότητα να εισάγονται σε ίδρυμα της περιοχής που κατοικούν, αλλά  το Τμήμα στο οποίο θα εισάγονται θα εξαρτάται από την απόδοσή τους στις Πανελλαδικές εξετάσεις και την σειρά προτίμησης που θα έχουν δηλώσει. Είναι σημαντική η σωστή συμπλήρωση του μηχανογραφικού τους δελτίου ώστε να μην δηλώσουν Τμήματα ή Σχολές πόλεων στα οποία δεν επιθυμούν να εισαχθούν. Σε όποιο Τμήμα ή σε όποια Σχολή τελικά εισαχθούν θα υποχρεούνται να παρακολουθήσουν.
Με αυτόν τον τρόπο, ο προερχόμενος, για παράδειγμα, από πολύτεκνη οικογένεια θα διευκολυνθεί, αφού θα του δοθεί η δυνατότητα να σπουδάσει στην περιοχή όπου ζει η οικογένειά του, ενώ ταυτόχρονα θα εγγραφεί από την αρχή του ακαδημαϊκού έτους μαζί με όλους τους άλλους επιτυχόντες. Επομένως, δεν θα χρειαστεί να περιμένει τις ειδικές διαδικασίες των μετεγγραφών, που και κόστος προκαλούσαν στις οικογένειές τους, αλλά και δυσκολεύουν την λειτουργία των Τμημάτων υποδοχής. Ταυτόχρονα, τηρείται η αξιοκρατία, αφού η επιτυχία στο Τμήμα στο οποίο θα εγγραφεί θα εξαρτάται από την απόδοσή του. Τέλος, θα υπάρξει εξορθολογισμός στην λειτουργία όλων των Τμημάτων, αφού κάθε Τμήμα θα γνωρίζει εκ των προτέρων τον μέγιστο αριθμό εισακτέων που μπορεί να έχει.
Οι υποψήφιοι των ειδικών κατηγοριών, εάν το επιθυμούν, θα μπορούν πάντοτε να φοιτήσουν σε Σχολή ή Τμήμα μακριά από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας των γονέων τους, σύμφωνα με την σειρά δήλωσης προτιμήσεων σχολών ή τμημάτων στο μηχανογραφικό τους δελτίο, κρινόμενοι ανάμεσα από τους συνυποψηφίους τους που ανήκουν στην ίδια με αυτούς ειδική κατηγορία.

Διαδικασία εισαγωγής:
Για κάθε ένα από τα τμήματα ή τις σχολές του μηχανογραφικού δελτίου, θα υπάρχει προκαθορισμένος ειδικός αριθμός εισακτέων για κάθε κατηγορία υποψηφίων προερχομένων από οικογένειες πολύτεκνες, τρίτεκνες κ.λ.π.
Οι υποψήφιοι αυτοί θα κρίνονται αρχικά με το σύνολο των υποψηφίων για κάθε τμήμα ή σχολή για το σύνολο των θέσεων εισαγωγής, με την γενική σειρά κατάταξης, βάσει της συνολικής βαθμολογίας τους και της σειράς προτίμησής τους στο μηχανογραφικό τους δελτίο. Σε περίπτωση που δεν επιλεγούν από την γενική σειρά σε κάποιο τμήμα, θα κρίνονται στην συνέχεια για το ίδιο τμήμα ή σχολή με τους συνυποψήφιους τους στην ειδική κατηγορία στην οποία ανήκουν, ή την οποία έχουν επιλέξει στην περίπτωση που ανήκουν σε περισσότερες από μία ειδικές κατηγορίες.
Για παράδειγμα, έστω ότι ένας υποψήφιος είναι μέλος πολύτεκνης οικογένειας που ζει στη περιοχή της Θεσσαλονίκης, έχει συγκεντρώσει σύνολο μορίων 18.000 και θέλει να σπουδάσει στην Θεσσαλονίκη με πρώτη προτίμηση την Νομική Σχολή. Αν στο τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ο τελευταίος εισαχθείς με την γενική σειρά έχει συγκεντρώσει 17.950 μόρια, τότε ο συγκεκριμένος υποψήφιος εισάγεται στο Τμήμα αυτό με την γενική σειρά και δεν εξετάζεται περαιτέρω η υποψηφιότητά του στην ειδική κατηγορία των πολυτέκνων. Εάν, όμως, ο τελευταίος εισαχθείς στο Τμήμα αυτό με την γενική σειρά έχει συγκεντρώσει 18.300 μόρια, τότε ο παραπάνω υποψήφιος δεν εισάγεται με τη γενική σειρά και η υποψηφιότητά του θα εξετασθεί για το τμήμα αυτό για τις πρόσθετες θέσεις της ειδικής κατηγορίας υποψηφίων προερχομένων από πολύτεκνες οικογένειες. Εάν στην ειδική αυτή κατηγορία, ο τελευταίος εισαχθείς έχει συγκεντρώσει 17.990 μόρια τότε ο  εν λόγω υποψήφιος εισάγεται στην Νομική Θεσσαλονίκης. Αν όμως, ο τελευταίος εισαχθείς της ειδικής κατηγορίας των πολυτέκνων έχει συγκεντρώσει 18.100 μόρια τότε, ο εν λόγω υποψήφιος δεν θα εισαχθεί στην Νομική Θεσσαλονίκης, και η υποψηφιότητά του εξετάζεται για το επόμενο Τμήμα προτίμησής του. Η πιο πάνω περιγραφείσα διαδικασία, γενική σειρά - ειδική κατηγορία κ.ο.κ., επαναλαμβάνεται για όλες τις Σχολές ή Τμήματα που έχει δηλώσει στο μηχανογραφικό του δελτίο κατά σειρά προτίμησής τους μέχρι να εισαχθεί σε κάποιο από αυτά μέσω της γενικής σειράς ή της ειδικής κατηγορίας ή μέχρι εξαντλήσεως των δηλώσεών του. Φυσικά, προκειμένου να εξασφαλίσει την επιτυχία στον τόπο που διαμένει θα πρέπει να επιλέξει ένα ευρύ φάσμα προτιμήσεων Τμημάτων ή Σχολών της περιοχής αυτής και στην γενική σειρά και στην ειδική κατηγορία στην οποία ανήκει.
Καθορίζοντας εξ αρχής ειδικό αριθμό εισακτέων για κάθε Τμήμα ή Σχολή και για κάθε μια από τις ειδικές αυτές κατηγορίες, επιτυγχάνεται ο ακριβής προσδιορισμός εισακτέων. Επιτυγχάνεται, δηλαδή, ο επιδιωκόμενος εξορθολογισμός ο οποίος επιτρέπει τον καλύτερο προγραμματισμό των ενδιαφερομένων αποφοίτων λυκείων και των οικογενειών τους, των Πανεπιστημίων αλλά και της πολιτείας τόσο προς το συμφέρον των πολιτών όσο και για την σωστή λειτουργία των Ιδρυμάτων.
Με τον καθορισμό των ειδικών αριθμών εισακτέων για τους υποψηφίους των ειδικών κατηγοριών, δίνεται σε όσους ανήκουν σε αυτές η δυνατότητα επιλογής μέσα από ένα μεγαλύτερο φάσμα Τμημάτων στον τόπο που επιθυμούν, ακόμη και όταν αυτό λόγω της απόδοσής τους δεν είναι εφικτό μέσω της γενικής σειράς. Αντίθετα, με την υφιστάμενη διαδικασία μετεγγραφών, η επιδίωξή τους αυτή περιορίζεται μόνον σε Σχολή ή σε Τμήμα επιλογής τους αντίστοιχο με αυτό στο οποίο εισήχθησαν, ενώ παράλληλα δεν διασφαλίζεται η μετακίνησή τους στον τόπο συμφερόντων τους, αφού εξαρτάται από τον αριθμό των συνυποψήφιων τους που προέρχονται από όλες τις αντίστοιχες Σχολές ή Τμήματα της χώρας και ζητούν, επίσης, μετεγγραφή στην ίδια Σχολή ή στο ίδιο Τμήμα.

alfavita

Υπουργείο Παιδείας: Σχέδιο Νόμου για την "Aναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης" - Τα νέα καθήκοντα Διευθυντών, Υποδιευθυντών και Συλλόγου Διδασκόντων


«Aναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης»

1. Σκοπός
Με το παρόν σχέδιο νόμου τίθενται τα θεμέλια για τον ορθολογικό εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση του συστήματος οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του στην κατεύθυνση της ουσιαστικής υποστήριξης της εκπαιδευτικής λειτουργίας και της διασφάλισης της παιδαγωγικής αρτιότητας και της υψηλής ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου. Στο επίκεντρο τίθεται η σχολική μονάδα, κύτταρο γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πολιτικής, φορέας παραγωγής και υλοποίησης εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών πρωτοβουλιών με κέντρο το μαθητή και πρωταγωνιστές  τους εκπαιδευτικούς.
Χαράσσεται μία πολιτική παιδείας, που χαρακτηρίζεται από συνέχεια, συνέπεια, και όραμα για ένα σύστημα εκπαίδευσης, που πρέπει να έχει διάρκεια, σταθερότητα και ευελιξία προσαρμογής στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη γνώση.
Η αναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών της εκπαίδευσης και των επιπέδων σχεδιασμού και υλοποίησης της εκπαιδευτικής πολιτικής αποτελεί εθνική στρατηγική επιλογή για τον επαναπροσδιορισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος σε σύγχρονες συνθήκες, για να οικοδομήσουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θέτει ως μεγάλες αξίες τη γνώση, την αριστεία και την καινοτομία.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, οι οποίες βασίζονται στις αρχές της αποκέντρωσης, της υπευθυνότητας, της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας θεσμοθετείται:
-     Η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και η ενίσχυση του ρόλου των περιφερειακών δομών και των στελεχών διοίκησης της εκπαίδευσης στη λήψη και υλοποίηση σημαντικών αποφάσεων.
-     Η ενίσχυση της αυτονομίας της σχολικής μονάδας και της δυνατότητάς της να προγραμματίζει, να οργανώνει, να υλοποιεί και  να αξιολογεί αποτελεσματικά το έργο της.
-      Ο συντονισμός των δομών και υπηρεσιών στήριξης και επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης του εκπαιδευτικού έργου και της σχολικής μονάδας και η αναχωροθέτησή τους, ώστε να βρίσκονται σε άμεση επαφή με το βασικό κύτταρο της εκπαίδευσης, τη σχολική μονάδα και με τον εκπαιδευτικό.
-     Ο συντονισμός της δράσης των διοικητικών και υποστηρικτικών δομών της δευτεροβάθμιας και της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
-     Η διαμόρφωση απλής και ευέλικτης διοικητικής δομής με τον περιορισμό των επιπέδων διοίκησης.
-     Ο περιορισμός της πληθώρας των Στελεχών και Υπευθύνων, με τον, πολλές φορές, αυτόνομο και ασυντόνιστο ρόλο, που δημιουργεί αντιφατικές καταστάσεις και πολύπλοκα σχήματα.
-     Ο σαφής προσδιορισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργάνων διοίκησης της εκπαίδευσης.
-     Η βέλτιστη αξιοποίηση πόρων, η εξασφάλιση οικονομίας μέσων, η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, η απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών.

2.  Η υφιστάμενη κατάσταση
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αντανακλά τη γενικότερη εικόνα της δημόσιας διοίκησης, η οποία στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από συγκεντρωτισμό, ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, αναποτελεσματικότητα και υψηλές περιφερειακές ανισότητες. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα παραμένει, παρά τις θεσμικές βελτιώσεις που έχουν επιχειρηθεί, ένα συγκεντρωτικό σύστημα, αφού ελάχιστες ουσιαστικές αρμοδιότητες διοίκησης έχουν μεταφερθεί σε τοπικό-σχολικό επίπεδο. Η εκπαιδευτική πολιτική παράγεται μόνο στην κορυφή της πυραμίδας της διοίκησης (Υπουργείο). Πλήθος εγκυκλίων και νόμων ρυθμίζουν κυρίως κεντρικά και την παραμικρή λεπτομέρεια της λειτουργίας της σχολικής μονάδας, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για την ανάπτυξη δημιουργικών πρωτοβουλιών και στερώντας το σύστημα από την απαραίτητη ευελιξία και προσαρμοστικότητα μέσα σε ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Επιπλέον, χαρακτηριστικά του συστήματος διοίκησης της εκπαίδευσης είναι η πλημμελής επικοινωνία στο εσωτερικό του λόγω των πολλών επιπέδων διοίκησης, ο διεκπεραιωτικός ρόλος των στελεχών και ιδιαίτερα των διευθυντών των σχολικών μονάδων, το γεγονός ότι οι δεσμευτικές κεντρικές αποφάσεις λειτουργούν κάποιες φορές ως άλλοθι αδράνειας, καθώς και η περιορισμένη παιδαγωγική υποστήριξη των εκπαιδευτικών σε επίπεδο σχολικής μονάδας.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις ενισχύονται από τη δημιουργία ενός πληθωριστικού και πολύπλοκου συνόλου δομών, οργάνων και λειτουργιών με ιδιαίτερες δυσκολίες στην άσκηση αποτελεσματικής καθοδήγησης, εποπτείας και διαχείρισης.
Σύμφωνα με τα παραπάνω το εκπαιδευτικό μας σύστημα παρουσιάζει προβλήματα:
α. στη δομή και το σύστημα της διοίκησης της εκπαίδευσης.
β. στη δομή και το σύστημα καθοδήγησης και υποστήριξης των εκπαιδευτικών.
γ. στο συντονισμό και τη συνεργασία του συστήματος διοίκησης και του συστήματος καθοδήγησης και υποστήριξης των εκπαιδευτικών.

3.  Η νέα δομή
Σε επίπεδο περιφερειακών δομών, το σύστημα είναι αναπτυγμένο σε τέσσερα επίπεδα (Περιφερειακή διεύθυνση, Διεύθυνση Εκπαίδευσης σε επίπεδο νομού, Γραφείο Εκπαίδευσης σε επίπεδο επαρχίας, και Σχολική Μονάδα). Η σημερινή πραγματικότητα όμως, οι εξελίξεις και οι νέες δυνατότητες των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας καθιστούν τα Γραφεία Εκπαίδευσης ξεπερασμένη δομή χωρίς λόγο ύπαρξης. Η ύπαρξη των Γραφείων αποτελεί, ένα επιπλέον επίπεδο διοίκησης, μια ενδιάμεση (Σχολεία – Διεύθυνση) γραφειοκρατική δομή, που καθιστά το σύστημα δυσλειτουργικό. Ο αριθμός των υφισταμένων δομών διοίκησης είναι εξαιρετικά δυσανάλογος προς τις παραγόμενες διοικητικές αποφάσεις και υπερβολικά μεγάλος (450 δ/νσεις και γραφεία), διαμορφώνοντας ένα εξαιρετικά υψηλό κόστος λειτουργίας (ενοίκια κτιρίων, στελέχη, διοικητικοί υπάλληλοι και αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί) που δεν αξιοποιείται παραγωγικά.
Με την κατάργηση των Γραφείων Εκπαίδευσης  οι περιφερειακές υπηρεσίες, που αποτελούν αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, είναι:
α) Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, που υπάγονται απευθείας στ/ον/ην Υπουργό Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.
 β) Οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας (νομού), οι οποίες υπάγονται στην οικεία Περιφέρεια Εκπαίδευσης.
γ) Οι Σχολικές Μονάδες που υπάγονται στην οικεία Διεύθυνση Εκπαίδευσης.

4.  Η Σχολική Μονάδα
Στο πλαίσιο της νέας δομής, η ενίσχυση της αυτονομίας της Σχολικής Μονάδας και η μετατροπή της από φορέα με αποκλειστικά εκτελεστικές αρμοδιότητες σε φορέα γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής αποτελεί κεντρική επιδίωξη. Οικοδομείται μια νέα κουλτούρα οργάνωσης, σχέσεων και συνεργασίας στο σχολείο, η οποία στηρίζεται στις δημοκρατικές αρχές για τη λήψη αποφάσεων αλλά και στη δέσμευση ότι αυτές θα υλοποιηθούν. Προωθείται το «όραμα» της αυτόνομης στο σχεδιασμό και τη δράση της σχολικής μονάδας, που στηρίζεται στο επαγγελματικό ήθος και τις ικανότητες των εκπαιδευτικών της, στην προσπάθεια των μαθητών και την ενεργό συμμετοχή των γονέων και της τοπικής κοινωνίας για να επιτύχει υψηλούς στόχους και να διαμορφώσει την ιδιαίτερη σχολική κουλτούρα, το απαραίτητο θετικό κλίμα και μια ισχυρή παράδοση που δεσμεύει όλους στη δυναμική πορεία της εκπαιδευτικής μονάδας στο μέλλον. Ένα όραμα για κάθε σχολική μονάδα, που δεν επιβάλλεται από πάνω ή από έξω, αλλά προκύπτει μέσα από την αξιοποίηση των εμπειριών και των ανησυχιών των εκπαιδευτικών, των μαθητών της και των γονέων τους.
Στην κατεύθυνση αυτή αναβαθμίζεται ο ρόλος του διευθυντή, του υποδιευθυντή και του συλλόγου διδασκόντων, τους αποδίδονται νέες διοικητικές αρμοδιότητες, πολλές από τις οποίες σήμερα ασκούνται από τα καταργούμενα Γραφεία Εκπαίδευσης, εξορθολογίζεται η σχέση ευθύνης και εξουσίας, αίρονται επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, βελτιώνονται οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις άσκησης του διοικητικού έργου, ενισχύονται οι θεσμοί καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου, αποδίδεται ουσιαστικός ρόλος και αποφασιστικές αρμοδιότητες στα συλλογικά όργανα, προωθείται η ανάπτυξη δικτύων σχολικών μονάδων για την προώθηση της συνεργασίας, τον συντονισμό του έργου τους και την ενιαία αντιμετώπιση διοικητικών θεμάτων.

Ο διευθυντής του σχολείου καθίσταται ο ηγέτης, ο εμψυχωτής και ο διευκολυντής των αλλαγών στη σχολική του μονάδα. Έχει ευθύνη για την επίτευξη υψηλού επιπέδου επίδοσης και καλής συμπεριφοράς των μαθητών στο σχολείο σε εκπαιδευτικό επίπεδο και για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου σε διοικητικό επίπεδο.
Απαλλάσσεται από τα διδακτικά καθήκοντα στις μεγαλύτερες σχολικές μονάδες και είναι υπεύθυνος για:
-     την ομαλή, αρμονική και αποτελεσματική λειτουργία του σχολείου, το συντονισμό της σχολικής ζωής, την εποπτεία της λειτουργίας του σχολείου, την τήρηση των νόμων, των εγκυκλίων και των υπηρεσιακών εντολών, καθώς και του ωρολογίου προγράμματος του σχολείου,
-     το σχεδιασμό, την υλοποίηση και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, την εκπόνηση και υλοποίηση ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης βελτίωσής της και σε συνεργασία με τα στελέχη Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, για την κατάρτιση προγραμμάτων ενδοσχολικής επιμόρφωσης,
-     τη βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, την άσκηση αποτελεσματικής διεύθυνσης, ελέγχου και εποπτείας και τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν το προσωπικό, όπως οι άδειες  απουσίας,
-     την ηλεκτρονική ενημέρωση των ατομικών υπηρεσιακών φακέλων των εκπαιδευτικών και την αξιόπιστη έγκυρη και έγκαιρη ηλεκτρονική αποτύπωση των στοιχείων της σχολικής μονάδας, καθώς και των οικονομικών δεδομένων και των στοιχείων της αυτοαξιολόγησης,
-     την προώθηση και την εποπτεία εφαρμογής καινοτόμων δράσεων και προγραμμάτων αντισταθμιστικής αγωγής (Ενισχυτική Διδασκαλία, τάξεις υποδοχής κ.λ.π.)
-     την εφαρμογή των αποφάσεων του συλλόγου των διδασκόντων, του συμβουλίου σχολικής κοινότητας και του σχολικού συμβουλίου,
-     τη διαφάνεια και την κοινωνική λογοδοσία και τη συστηματική επαφή με την τοπική κοινωνία και τους θεσμούς της Δια βίου Μάθησης,

Ο υποδιευθυντής του σχολείου, ο οποίος επιλέγεται από το σύλλογο διδασκόντων,αναπληρώνει το διευθυντή του σχολείου, όταν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται. Βοηθά το διευθυντή στην άσκηση των καθηκόντων του, έχει μειωμένο διδακτικό ωράριο και είναι υπεύθυνος για :
-      τη διεκπεραίωση του έργου που του αναθέτει ο Διευθυντής,
-     τη διεκπεραίωση των εγγράφων, καθώς και την ενημέρωση και τήρηση του αρχείου,
-     τη λειτουργία του ολοήμερου προγράμματος, χωρίς να αφαιρούνται οι σχετικές αρμοδιότητες από τα όργανα διοίκησης του σχολείου, και γι' αυτό παραμένει στο χώρο μέχρι τη λήξη του προγράμματος, τηρουμένων των προβλέψεων για το υποχρεωτικό ωράριο παραμονής στο σχολείο.

Ο Σύλλογος Διδασκόντων του σχολείου αποτελείται από όλο το εκπαιδευτικό προσωπικό γενικής και ειδικής αγωγής καθώς και από το ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό της σχολικής μονάδας, που διδάσκει με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και έχει ως πρόεδρο το διευθυντή του σχολείου. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όταν στις συνεδριάσεις του συλλόγου εξετάζονται ειδικά θέματα μαθητών μετέχουν και δύο εκπρόσωποί τους που ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο των μαθητικών κοινοτήτων. Οι συνεδριάσεις του πραγματοποιούνται μετά τη λήξη της λειτουργίας του σχολείου. Τα μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων ενημερώνουν τους γονείς και κηδεμόνες των μαθητών μια φορά το μήνα εκτός ωρών λειτουργίας του σχολείου σε συγκεκριμένη και δεσμευτική για όλους ημέρα και ώρα, η οποία καθορίζεται με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων.
Ο σύλλογος διδασκόντων αποτελεί συλλογικό όργανο χάραξης κατευθύνσεων για την καλύτερη εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής και την καλύτερη λειτουργία του σχολείου. Ως συλλογικό όργανο, αλλά και κάθε μέλος, έχει την ευθύνη για :
-     την εφαρμογή του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος, την υγεία και προστασία των μαθητών, την καθαριότητα των σχολικών χώρων, την οργάνωση της σχολικής ζωής, την ιεράρχηση  των αναγκών του σχολείου και την αντιμετώπιση τους.
-     την αποτελεσματική αξιοποίηση του πλαισίου ευελιξίας που παρέχει στη σχολική μονάδα το εθνικό πλαίσιο προγράμματος σπουδών, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και τα χαρακτηριστικά του σχολείου, προτείνοντας στο Διευθυντή εκπαιδευτικά προγράμματα, καινοτόμες δράσεις, δραστηριότητες και μαθήματα που συνδέονται με την τοπική κοινωνία, την τοπική ιστορία, τον πολιτισμό, το περιβάλλον, τις παραγωγικές ιδιαιτερότητες και δυνατότητες της περιοχής για τον εμπλουτισμό του προγράμματος σπουδών,
-      την επιλογή εκπαιδευτικού, διδακτικού και εποπτικού υλικού, στις περιπτώσεις και με τη διαδικασία που αυτό προβλέπεται, αλλά και για την υποβολή προτάσεων για το είδος και τη μορφή της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης του εκπαιδευτικού προσωπικού της σχολικής μονάδας,
-     τη συμπλήρωση και προσαρμογή στις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες της σχολικής μονάδας του πλαισίου «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας», κατόπιν διαβούλευσης με όλη τη σχολική κοινότητα.

Το Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας θεσμοθετείται ως όργανο κοινωνικής λογοδοσίας και οικονομικής διαχείρισης της σχολικής μονάδας. Αποτελείται από τον διευθυντή, ως πρόεδρο, ένα μέλος του συλλόγου των διδασκόντων, έναν εκπρόσωπο του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων και έναν εκπρόσωπο των μαθητικών κοινοτήτων για τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας:
-   συμβάλλει στη χάραξη κατευθύνσεων δράσης της σχολικής μονάδας, την αποτελεσματική υποστήριξη του εκπαιδευτικού έργου και την καλύτερη οργάνωση και λειτουργία του σχολείου.
-   επικουρεί τον υπεύθυνο της οικονομικής διαχείρισης, υποστηρίζει την οργάνωση πολιτιστικών και αθλητικών δραστηριοτήτων, καθώς και τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για την επιτυχή διεκπεραίωση εκπαιδευτικών επισκέψεων, εκδρομών και δραστηριοτήτων εντός και εκτός σχολείου,
-   είναι αποδέκτης, προωθεί προς το διευθυντή του σχολείου και συμβάλλει στη διευθέτηση αιτημάτων του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων ή μεμονωμένων μελών του, που αφορούν στην εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του σχολείου,
-   σχεδιάζει, επικαιροποιεί κατ’ έτος και προωθεί προς έγκριση από το Σύλλογο Διδασκόντων το σχέδιο για την αντιμετώπιση κρίσεων στη σχολική μονάδα. Επικουρεί το Διευθυντή στην εφαρμογή του σχεδίου, τόσο στις παρεμβάσεις προληπτικού χαρακτήρα, όσο και κατά τη διαχείριση των κρίσεων.

Ο διευθυντής, το σχολικό συμβούλιο και το συμβούλιο σχολικής κοινότητας καλούνται να λειτουργήσουν ως  συνδετικοί κρίκοι μεταξύ της σχολικής μονάδας και της ευρύτερης κοινότητας, στην οποία εντάσσεται το σχολείο. Το σχολείο τίθεται στην υπηρεσία της τοπικής κοινωνίας και μετατρέπεται από κλειστή δομή, που εξυπηρετεί μόνο για μερικές ώρες της ημέρας τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, σε τοπικό πολυδύναμο κέντρο γνώσης, με εργαστήρια, βιβλιοθήκες, χώρους πολιτισμού, αθλητικές υποδομές, κ.λ.π., το οποίο θα μπορεί να εξυπηρετεί τις ανάγκες για πολιτισμό και δια - βίου εκπαίδευση της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας, με τελικό στόχο να συσπειρωθούν οι τοπικές κοινωνίες γύρω από το σχολείο, να το χρησιμοποιήσουν για τις δικές τους ανάγκες (προγράμματα επιμόρφωσης, ενημερωτικές διαλέξεις, αναψυχή, πολιτισμός, άθληση).

Η δημοκρατική οργάνωση της σχολικής κοινότητας προϋποθέτει κανόνες, όρια, κατανομή ρόλων και ευθυνών, την περιγραφή της παιδαγωγικής ελευθερίας και εκπαιδευτικής-υπηρεσιακής ευθύνης, την ιεραρχική διάρθρωση, τη συναίνεση και συμμετοχή, που βασίζονται στον πλουραλισμό των απόψεων και τη συμπόρευση όλων για την επίτευξη των σκοπών της εκπαίδευσης. Στην κατεύθυνση αυτή εισάγεται ο «Κανονισμός λειτουργίας σχολικής μονάδας» που είναι το σύνολο των προϋποθέσεων, των όρων και των κανόνων, που αποτελούν τους πυλώνες για την ευόδωση της αποστολής του σχολείου, για την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών του δράσεων, με τρόπο ποιοτικό και αποτελεσματικό. Οι κανόνες αυτοί αποσκοπούν στο να διατυπωθούν με σαφήνεια οι ρόλοι, οι θεσμικώς αναπτυσσόμενες σχέσεις μεταξύ των μελών και οι όροι προσφοράς όλων -εκπαιδευτικών, μαθητών, γονέων-κηδεμόνων και τοπικής κοινωνίας-  με τελικό στόχο τη διαμόρφωση παιδαγωγικού περιβάλλοντος και διδακτικού κλίματος που βασίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό, την αποδοχή και την αναγνώριση.
Στο πλαίσιο του «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας» εκσυγχρονίζεται και ενισχύεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των συλλογικών οργάνων (π.χ. του σχολικού συμβουλίου ή του συλλόγου διδασκόντων), ώστε να αντιμετωπιστούν θέματα, όπως η τακτική λειτουργία τους πέραν των ελάχιστων συνεδριάσεων που προβλέπονται από το σχετικό άρθρο του Ν.1566/85, η προετοιμασία των συνεδριάσεων όπως έκδοση πρόσκλησης, καθορισμός θεμάτων, εισηγητών και περίληψης εισηγήσεων, κ.ά., αλλά και να δοθούν κίνητρα στα μέλη τους για συμμετοχή και ανάληψη δημιουργικών πρωτοβουλιών και δράσεων, η έλλειψη των οποίων σήμερα λειτουργεί ανασχετικά και συμβάλλει στην αδρανοποίηση των συλλογικών οργάνων. Το περιεχόμενο του πλαισίου «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας» και ο τρόπος προσαρμογής του στις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες κάθε σχολικής μονάδας, με τη συμμετοχή όλης της σχολικής κοινότητας, ορίζεται με απόφαση του ΥΠΔΒΜΘ.

Εισάγεται ο θεσμός της «Ενότητας σχολικών μονάδων». Σύμφωνα με αυτόν, όμορες σχολικές μονάδες του ίδιου δήμου ομαδοποιούνται και σχηματίζουν ενότητες για την προώθηση της συνεργασίας, τον συντονισμό του έργου τους και την ενιαία αντιμετώπιση διοικητικών θεμάτων. Την ευθύνη του συντονισμού αναλαμβάνει ο διευθυντής που κατέχει τη μεγαλύτερη πραγματική διοικητική εμπειρία, ο οποίος προεδρεύει των συνεδριάσεων του συντονιστικού συμβουλίου της ενότητας που αποτελείται από τους διευθυντές και τους προϊσταμένους των σχολικών μονάδων της ενότητας. Έργο του Συντονιστικού Συμβουλίου είναι η υποβολή εισηγήσεων προς τα στελέχη της διοίκησης και της παιδαγωγικής καθοδήγησης για τη ρύθμιση θεμάτων εγγραφών και επαναπροσδιορισμού των ορίων των σχολικών περιφερειών, την κατανομή των μαθητών στις τάξεις υποδοχής και τα τμήματα ένταξης των σχολικών μονάδων της ενότητας, τη συμπλήρωση ωραρίου των εκπαιδευτικών, την ανάπτυξη δικτύων, τη δημιουργία και αξιοποίηση κοινών βιβλιοθηκών και εργαστηρίων, την ανάπτυξη κοινών δράσεων, εκδρομών – επισκέψεων και γενικά εκδηλώσεων, την οργάνωση ενδοσχολικής - διασχολικής επιμόρφωσης, την ενίσχυσή τους με ειδικούς, οι οποίοι θα καλύπτουν όλα τα σχολεία της ενότητας (π.χ. ψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός) και για κάθε άλλο θέμα κοινού ενδιαφέροντος.



5.  Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης Περιφερειακής Ενότητας
Πέραν των εμφανών δυσλειτουργιών του συστήματος διοίκησης, είναι παράλληλα αποδεκτή από όλους η διαπίστωση πως η πληθώρα των στελεχών και υπευθύνων καθοδήγησης, με τον, πολλές φορές, αυτόνομο και ασυντόνιστο ρόλο, αντί να συμβάλλει θετικά στην υποστήριξη του εκπαιδευτικού και του έργου του, δημιουργεί αντιφατικές καταστάσεις, πολύπλοκα σχήματα και δεν απέδωσε τα αναμενόμενα στοιχεία εκσυγχρονισμού και βελτίωσης στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Η ύπαρξη υπεύθυνων για κάθε τι που επιχειρήθηκε να εισαχθεί στο εκπαιδευτικό μας σύστημα εδώ και δυο δεκαετίες δημιούργησε μια πολυεπίπεδη εκπαιδευτική καθοδηγητική δομή, που λειτουργεί τις περισσότερες φορές παράγοντας εσωτερικές αντιφάσεις. Προκαλεί δυσλειτουργία, που αντί να προωθεί τις καινοτομίες, στην ουσία τεμαχίζει το χώρο του σχολείου και εντέλει την ίδια την εκπαιδευτική πράξη.
Παράλληλα, η λειτουργία των 800 ολοήμερων σχολείων με ενιαίο αναμορφωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα που προβλέπει τη συνύπαρξη των διαφόρων ειδικοτήτων, δασκάλων, εκπαιδευτικών φυσικής αγωγής, ξένων γλωσσών, μουσικής, εικαστικών, θεατρικής  αγωγής και πληροφορικής κατέδειξε την αναγκαιότητα ύπαρξης κοινού σχεδιασμού, ενότητας μεταξύ όλων των εμπλεκομένων στο Νέο Σχολείο και ενιαίου καθοδηγητικού και υποστηρικτικού μηχανισμού.
Στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων προωθείται:
-   η κατάργηση των Γραφείων Α/θμιας και Β/θμιας εκπ/σης και περιορισμός των επιπέδων διοίκησης,
-   η ενοποίηση των δομών (διοικητικών και καθοδηγητικών - υποστηρικτικών) που αντιμετωπίζουν κοινά θέματα Α/θμιας και Β/θμιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, με τη σύσταση ενιαίας διεύθυνσης εκπαίδευσης περιφερειακής ενότητας,
-   ο εξορθολογισμός της οργανωτικής δομής των περιφερειακών υπηρεσιών, η βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού και η βέλτιστη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων (μείωση των ενοικιαζόμενων κτιρίων που στεγάζουν τις περιφερειακές υπηρεσίες, συστέγαση όπου είναι δυνατό κ.λ.π.),
-   η αναδιοργάνωση, ο εξορθολογισμός, η ενίσχυση και ο συντονισμός του συστήματος επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου και η σύσταση νέας, ενιαίας δομής καθοδήγησης και υποστήριξης για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η ίδρυση δομής Στήριξης και Καθοδήγησης δεν αποτελεί νέα δομή, αλλά ενοποίηση υπαρκτών δομών επιμόρφωσης, υποστήριξης, υπεύθυνων και στελεχών καθοδήγησης (σχολικοί σύμβουλοι υπεύθυνοι καινοτόμων δράσεων, υπεύθυνοι υποστήριξης νέων τεχνολογιών, υπεύθυνοι για τον επαγγελματικό προσανατολισμό, κέντρα διάγνωσης και υποστήριξης ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών και κάθε είδους προσωπικό, δομή και υποδομή που αφορά στη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων) σε ένα ενιαίο κέντρο. Η σύσταση των δομών στήριξης και καθοδήγησης δεν επιφέρει νέες δαπάνες, γιατί οι σχολικοί σύμβουλοι και οι υπεύθυνοι δράσεων ήδη έχουν γραφεία.
-   η πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου (2011-15), προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλή προσαρμογή του συστήματος διοίκησης. Κατά την περίοδο αυτή εξακολουθούν στη λειτουργία τους οι διακριτές διευθύνσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίες αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες περιφερειακές ενότητες ή σύνολα περιφερειακών ενοτήτων και έχουν αναφορά σε συγκεκριμένους «καλλικρατικούς» δήμους ή σε δημοτικές κοινότητες. Παράλληλα συνιστώνται κοινές για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση Διευθύνσεις Στήριξης Εκπαιδευτικού Έργου. Για τον συντονισμό του έργου των διευθύνσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της αντίστοιχης  Διεύθυνσης Στήριξης Εκπαιδευτικού Έργου, συνιστάται Συντονιστικό Συμβούλιο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού Περιφερειακής Ενότητας, το οποίο αποτελείται από τον προϊστάμενο του Γραφείου Στήριξης και τους διευθυντές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. 
Οι Διευθύνσεις Στήριξης και το Συντονιστικό Συμβούλιο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού  Περιφερειακής Ενότητας αποτελούν το πρώτο βήμα για την ενιαιοποίηση των διακριτών βαθμίδων της εκπαίδευσης μας, για τον εξορθολογισμό και την αποτελεσματική διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού, για τον ενιαίο προγραμματισμό του εκπαιδευτικού έργου και τον προγραμματισμό λειτουργίας των σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Με τον Εκπαιδευτικό  Σχεδιασμό Περιφερειακής Ενότητας δίνονται σύγχρονες απαντήσεις στα εντοπισμένα εκπαιδευτικά ζητήματα,δημιουργούνται προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της αναγκαίας κουλτούρας συνεργασίας,γεφυρώνεται το χάσμα ανάμεσα στις δυο βαθμίδες και δίνεται σαφής κατεύθυνση για το μέλλον των δομών της ενιαίας εκπαίδευσης, για ενιαία διοικητική δομή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μετά τη λήξη της θητείας των στελεχών διοίκησης την 31.7.2015 .

6.  Η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης
Η ενίσχυση του επιτελικού και εποπτικού ρόλου του υπουργείου, η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων προς ενίσχυση του ρόλου των περιφερειακών δομών διοίκησης της εκπαίδευσης στη λήψη και υλοποίηση σημαντικών αποφάσεων και ο περιορισμός των επιπέδων διοίκησης αποτελούν πολιτικές επιλογές στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της αποκεντρωτικής διαδικασίας που ξεκίνησε με τη δημιουργία των Περιφερειακών Διευθύνσεων Εκπαίδευσης. Με τον θεσμό των Περιφερειακών Διευθύνσεων έχει ενιαιοποιηθεί σε επίπεδο Περιφέρειας η διοίκηση και η επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση της εκπαίδευσης, αλλά δεν έπαψε η άσκηση των αρμοδιοτήτων που τους δόθηκαν να προϋποθέτει πολλές φορές και για τα πιο απλά την έγκριση των κεντρικών διοικητικών οργάνων. Οι προτεινόμενες αλλαγές αποσκοπούν στην ταχύτερη επικοινωνία της διοίκησης με τις σχολικές μονάδες, απαλλάσσοντας τις κεντρικές υπηρεσίες από δυσανάλογο με την αναγκαιότητα γραφειοκρατικό φορτίο, ώστε να αφεθούν απερίσπαστες στο επιτελικό τους έργο.
Προκειμένου η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης να αποτελέσει ουσιαστικό κύτταρο εκπαιδευτικού σχεδιασμού, λήψης και υλοποίησης αποφάσεων, μεταφέρονται στο επίπεδο αυτό σημαντικές αρμοδιότητες, όπως:
-   η εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών σε περιφερειακό επίπεδο,
-   η οργάνωση της εισαγωγικής και ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, η εξειδίκευση και η υλοποίηση των στόχων της εθνικής στρατηγικής για την επιμόρφωση,
-   η οργάνωση και η στήριξη των διαδικασιών αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης,και η  εποπτεία και ο έλεγχος της επίτευξης των εθνικών επιπέδων που έχουν τεθεί ανά μάθημα,
-   η λήψη αποφάσεων για την ίδρυση, οργάνωση, προαγωγή, συγχώνευση μεταφορά και μετατροπή σχολικών μονάδων,
-   η οργάνωση του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού και εκπαιδευτικών δράσεων που σχετίζονται με την Αγωγή Υγείας, την Περιβαλλοντική Αγωγή, κ.ά.,
-   η μέριμνα για όλα τα μαθητικά θέματα (σίτιση, μεταφορές, στέγαση, κατασκηνώσεις, κλπ).

Γίνεται αντιληπτό ότι ο ρόλος της Περιφερειακής Διεύθυνσης στο νέο περιβάλλον είναι πολυδιάστατος. Η άμεση σχέση και επικοινωνία με τις τοπικές δομές, της επιτρέπει να γνωρίζει τις τοπικές ιδιαιτερότητες κι έτσι η σχέση με το Υπουργείο μπορεί να λειτουργεί αμφίδρομα, να προκαλεί, δηλαδή, την έκδοση οδηγιών και εγγράφων που να στηρίζουν εξειδικευμένα τις σχολικές μονάδες της κάθε περιφέρειας. Για το λόγο αυτό οι περιφερειακές διευθύνσεις ενισχύονται επιστημονικά και διοικητικά και στο οργανόγραμμά τους περιλαμβάνονται νέα τμήματα, ώστε να μετεξελιχθεί σε πλήρως αποκεντρωμένη και ολοκληρωμένη υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας για να μπορεί  να αναδείξει τις  τοπικές ιδιαιτερότητες και να έχει τη δυνατότητα να καταρτίζει και να υλοποιεί «Προγραμματικές Συμφωνίες» με τις αιρετές περιφέρειες. Παράλληλα προωθείται η ενοποίηση της επιστημονικής παιδαγωγικής καθοδήγησης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και σε αυτό το επίπεδο, όπως ενοποιημένα αντιμετωπίζονται και τα εκπαιδευτικά θέματα των δύο βαθμίδων. 



H πρόταση του υπουργείου Παιδείας για το νέο ρόλο (από το Σεπτέμβριο) των Διευθυντών και Υποδιευθυντών , Συλλόγων Γονέων Περιφερειακών Διευθυντών κλπ


Σύμφωνα με την πρόταση του υπ. Παιδείας (ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΔΩ) ο ρόλος του Διευθυντή Σχολικής Μονάδας θα έχει ως εξής:
 - Παιδαγωγικά & Διοικητικά υπεύθυνος
- Άμεσος Προϊστάμενος προσωπικού
- Υπεύθυνος χορήγησης αδειών
- Υπεύθυνος Προγραμματισμού & αξιολόγησης
- Υπεύθυνος για διαφάνεια & κοινωνική λογοδοσία
- Επιλέγει τον υποδ/ντή μεταξύ των προταθέντων από τον ΣΔ υποψηφίων
Υποδιευθυντής Σχολικής Μονάδας
- Αναπληρώνει το Διευθυντή
- Βοηθά το διευθυντή
- Διεκπεραιώνει το έργο που του αναθέτει ο Διευθυντής
- Υπεύθυνος ολοήμερου
Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας
- Επικουρεί το Δ/ντή στη χάραξη κατευθύνσεων σχολικής δράσης
- Υποστήριξη εκπαιδευτικού έργου
- Οικονομική διαχείριση
- Υποστήριξη πολιτιστικών, αθλητικών δραστηριοτήτων
- Προώθηση αιτημάτων συλλόγου γονέων
- Συμβολή στη διαχείριση κρίσεων
Σύλλογος Διδασκόντων
- Συνδιαμόρφωση προγράμματος
- Ιεράρχηση σχολικών αναγκών
- Προτείνει υποδιευθυντές
- Προτείνει εκπ/κά προγ/τα, καινοτόμες δράσεις
- Επιλογή εκπ/κού, διδακτικού, εποπτικού υλικού
- Προσδιορισμός αναγκών ενδοσχολικής επιμόρφωσης
- Συμμετέχει στον προγραμματισμό, την αξιολόγηση και την αυτοαξιολόγηση
- Συνδιαμόρφωση σχολικού κανονισμού
Ειδικότερα με την κατάργηση των Γραφείων Εκπαίδευσης οι περιφερειακές υπηρεσίες, που αποτελούν αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, είναι:
α) Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, που υπάγονται απευθείας στ/ον/ην Υπουργό Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.
β) Οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας (νομού), οι οποίες υπάγονται στην οικεία Περιφέρεια Εκπαίδευσης.
γ) Οι Σχολικές Μονάδες που υπάγονται στην οικεία Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
 Η Σχολική Μονάδα
Στο πλαίσιο της νέας δομής, η ενίσχυση της αυτονομίας της Σχολικής Μονάδας και η μετατροπή της από φορέα με αποκλειστικά εκτελεστικές αρμοδιότητες σε φορέα γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής αποτελεί κεντρική επιδίωξη. Οικοδομείται μια νέα κουλτούρα οργάνωσης, σχέσεων και συνεργασίας στο σχολείο, η οποία στηρίζεται στις δημοκρατικές αρχές για τη λήψη αποφάσεων αλλά και στη δέσμευση ότι αυτές θα υλοποιηθούν. Προωθείται το «όραμα» της αυτόνομης στο σχεδιασμό και τη δράση της σχολικής μονάδας, που στηρίζεται στο επαγγελματικό ήθος και τις ικανότητες των εκπαιδευτικών της, στην προσπάθεια των μαθητών και την ενεργό συμμετοχή των γονέων και της τοπικής κοινωνίας για να επιτύχει υψηλούς στόχους και να διαμορφώσει την ιδιαίτερη σχολική κουλτούρα, το απαραίτητο θετικό κλίμα και μια ισχυρή παράδοση που δεσμεύει όλους στη δυναμική πορεία της εκπαιδευτικής μονάδας στο μέλλον. Ένα όραμα για κάθε σχολική μονάδα, που δεν επιβάλλεται από πάνω ή από έξω, αλλά προκύπτει μέσα από την αξιοποίηση των εμπειριών και των ανησυχιών των εκπαιδευτικών, των μαθητών της και των γονέων τους.
Στην κατεύθυνση αυτή αναβαθμίζεται ο ρόλος του διευθυντή, του υποδιευθυντή και του συλλόγου διδασκόντων, τους αποδίδονται νέες διοικητικές αρμοδιότητες, πολλές από τις οποίες σήμερα ασκούνται από τα καταργούμενα Γραφεία Εκπαίδευσης, εξορθολογίζεται η σχέση ευθύνης και εξουσίας, αίρονται επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, βελτιώνονται οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις άσκησης του διοικητικού έργου, ενισχύονται οι θεσμοί καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου, αποδίδεται ουσιαστικός ρόλος και αποφασιστικές αρμοδιότητες στα συλλογικά όργανα, προωθείται η ανάπτυξη δικτύων σχολικών μονάδων για την προώθηση της συνεργασίας, τον συντονισμό του έργου τους και την ενιαία αντιμετώπιση διοικητικών θεμάτων.
 Ο διευθυντής του σχολείου καθίσταται ο ηγέτης, ο εμψυχωτής και ο διευκολυντής των αλλαγών στη σχολική του μονάδα. Έχει ευθύνη για την επίτευξη υψηλού επιπέδου επίδοσης και καλής συμπεριφοράς των μαθητών στο σχολείο σε εκπαιδευτικό επίπεδο και για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου σε διοικητικό επίπεδο.
Απαλλάσσεται από τα διδακτικά καθήκοντα στις μεγαλύτερες σχολικές μονάδες και είναι υπεύθυνος για:
-     την ομαλή, αρμονική και αποτελεσματική λειτουργία του σχολείου, το συντονισμό της σχολικής ζωής, την εποπτεία της λειτουργίας του σχολείου, την τήρηση των νόμων, των εγκυκλίων και των υπηρεσιακών εντολών, καθώς και του ωρολογίου προγράμματος του σχολείου,
-     το σχεδιασμό, την υλοποίηση και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, την εκπόνηση και υλοποίηση ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης βελτίωσής της και σε συνεργασία με τα στελέχη Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, για την κατάρτιση προγραμμάτων ενδοσχολικής επιμόρφωσης,
-     τη βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, την άσκηση αποτελεσματικής διεύθυνσης, ελέγχου και εποπτείας και τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν το προσωπικό, όπως οι άδειες απουσίας,
-     την ηλεκτρονική ενημέρωση των ατομικών υπηρεσιακών φακέλων των εκπαιδευτικών και την αξιόπιστη έγκυρη και έγκαιρη ηλεκτρονική αποτύπωση των στοιχείων της σχολικής μονάδας, καθώς και των οικονομικών δεδομένων και των στοιχείων της αυτοαξιολόγησης,
-     την προώθηση και την εποπτεία εφαρμογής καινοτόμων δράσεων και προγραμμάτων αντισταθμιστικής αγωγής (Ενισχυτική Διδασκαλία, τάξεις υποδοχής κ.λ.π.)
-     την εφαρμογή των αποφάσεων του συλλόγου των διδασκόντων, του συμβουλίου σχολικής κοινότητας και του σχολικού συμβουλίου,
-     τη διαφάνεια και την κοινωνική λογοδοσία και τη συστηματική επαφή με την τοπική κοινωνία και τους θεσμούς της Δια βίου Μάθησης,
 Ο υποδιευθυντής του σχολείου, ο οποίος επιλέγεται από το σύλλογο διδασκόντων, αναπληρώνει το διευθυντή του σχολείου, όταν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται. Βοηθά το διευθυντή στην άσκηση των καθηκόντων του, έχει μειωμένο διδακτικό ωράριο και είναι υπεύθυνος για :
-     τη διεκπεραίωση του έργου που του αναθέτει ο Διευθυντής,
-     τη διεκπεραίωση των εγγράφων, καθώς και την ενημέρωση και τήρηση του αρχείου,
-     τη λειτουργία του ολοήμερου προγράμματος, χωρίς να αφαιρούνται οι σχετικές αρμοδιότητες από τα όργανα διοίκησης του σχολείου, και γι' αυτό παραμένει στο χώρο μέχρι τη λήξη του προγράμματος, τηρουμένων των προβλέψεων για το υποχρεωτικό ωράριο παραμονής στο σχολείο.
 Ο Σύλλογος Διδασκόντων του σχολείου αποτελείται από όλο το εκπαιδευτικό προσωπικό γενικής και ειδικής αγωγής καθώς και από το ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό της σχολικής μονάδας, που διδάσκει με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και έχει ως πρόεδρο το διευθυντή του σχολείου. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όταν στις συνεδριάσεις του συλλόγου εξετάζονται ειδικά θέματα μαθητών μετέχουν και δύο εκπρόσωποί τους που ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο των μαθητικών κοινοτήτων. Οι συνεδριάσεις του πραγματοποιούνται μετά τη λήξη της λειτουργίας του σχολείου. Τα μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων ενημερώνουν τους γονείς και κηδεμόνες των μαθητών μια φορά το μήνα εκτός ωρών λειτουργίας του σχολείου σε συγκεκριμένη και δεσμευτική για όλους ημέρα και ώρα, η οποία καθορίζεται με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων.
Ο σύλλογος διδασκόντων αποτελεί συλλογικό όργανο χάραξης κατευθύνσεων για την καλύτερη εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής και την καλύτερη λειτουργία του σχολείου. Ως συλλογικό όργανο, αλλά και κάθε μέλος, έχει την ευθύνη για :
-     την εφαρμογή του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος, την υγεία και προστασία των μαθητών, την καθαριότητα των σχολικών χώρων, την οργάνωση της σχολικής ζωής, την ιεράρχηση των αναγκών του σχολείου και την αντιμετώπιση τους.
-     την αποτελεσματική αξιοποίηση του πλαισίου ευελιξίας που παρέχει στη σχολική μονάδα το εθνικό πλαίσιο προγράμματος σπουδών, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και τα χαρακτηριστικά του σχολείου, προτείνοντας στο Διευθυντή εκπαιδευτικά προγράμματα, καινοτόμες δράσεις, δραστηριότητες και μαθήματα που συνδέονται με την τοπική κοινωνία, την τοπική ιστορία, τον πολιτισμό, το περιβάλλον, τις παραγωγικές ιδιαιτερότητες και δυνατότητες της περιοχής για τον εμπλουτισμό του προγράμματος σπουδών,
-     την επιλογή εκπαιδευτικού, διδακτικού και εποπτικού υλικού, στις περιπτώσεις και με τη διαδικασία που αυτό προβλέπεται, αλλά και για την υποβολή προτάσεων για το είδος και τη μορφή της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης του εκπαιδευτικού προσωπικού της σχολικής μονάδας,
-     τη συμπλήρωση και προσαρμογή στις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες της σχολικής μονάδας του πλαισίου «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας», κατόπιν διαβούλευσης με όλη τη σχολική κοινότητα.
 Το Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας θεσμοθετείται ως όργανο κοινωνικής λογοδοσίας και οικονομικής διαχείρισης της σχολικής μονάδας. Αποτελείται από τον διευθυντή, ως πρόεδρο, ένα μέλος του συλλόγου των διδασκόντων, έναν εκπρόσωπο του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων και έναν εκπρόσωπο των μαθητικών κοινοτήτων για τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας:
-   συμβάλλει στη χάραξη κατευθύνσεων δράσης της σχολικής μονάδας, την αποτελεσματική υποστήριξη του εκπαιδευτικού έργου και την καλύτερη οργάνωση και λειτουργία του σχολείου.
-   επικουρεί τον υπεύθυνο της οικονομικής διαχείρισης, υποστηρίζει την οργάνωση πολιτιστικών και αθλητικών δραστηριοτήτων, καθώς και τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για την επιτυχή διεκπεραίωση εκπαιδευτικών επισκέψεων, εκδρομών και δραστηριοτήτων εντός και εκτός σχολείου,
-   είναι αποδέκτης, προωθεί προς το διευθυντή του σχολείου και συμβάλλει στη διευθέτηση αιτημάτων του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων ή μεμονωμένων μελών του, που αφορούν στην εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του σχολείου,
-   σχεδιάζει, επικαιροποιεί κατ’ έτος και προωθεί προς έγκριση από το Σύλλογο Διδασκόντων το σχέδιο για την αντιμετώπιση κρίσεων στη σχολική μονάδα. Επικουρεί το Διευθυντή στην εφαρμογή του σχεδίου, τόσο στις παρεμβάσεις προληπτικού χαρακτήρα, όσο και κατά τη διαχείριση των κρίσεων.
 Ο διευθυντής, το σχολικό συμβούλιο και το συμβούλιο σχολικής κοινότητας καλούνται να λειτουργήσουν ως συνδετικοί κρίκοι μεταξύ της σχολικής μονάδας και της ευρύτερης κοινότητας, στην οποία εντάσσεται το σχολείο. Το σχολείο τίθεται στην υπηρεσία της τοπικής κοινωνίας και μετατρέπεται από κλειστή δομή, που εξυπηρετεί μόνο για μερικές ώρες της ημέρας τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, σε τοπικό πολυδύναμο κέντρο γνώσης, με εργαστήρια, βιβλιοθήκες, χώρους πολιτισμού, αθλητικές υποδομές, κ.λ.π., το οποίο θα μπορεί να εξυπηρετεί τις ανάγκες για πολιτισμό και δια - βίου εκπαίδευση της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας, με τελικό στόχο να συσπειρωθούν οι τοπικές κοινωνίες γύρω από το σχολείο, να το χρησιμοποιήσουν για τις δικές τους ανάγκες (προγράμματα επιμόρφωσης, ενημερωτικές διαλέξεις, αναψυχή, πολιτισμός, άθληση).


. Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης Περιφερειακής Ενότητας
Πέραν των εμφανών δυσλειτουργιών του συστήματος διοίκησης, είναι παράλληλα αποδεκτή από όλους η διαπίστωση πως η πληθώρα των στελεχών και υπευθύνων καθοδήγησης, με τον, πολλές φορές, αυτόνομο και ασυντόνιστο ρόλο, αντί να συμβάλλει θετικά στην υποστήριξη του εκπαιδευτικού και του έργου του, δημιουργεί αντιφατικές καταστάσεις, πολύπλοκα σχήματα και δεν απέδωσε τα αναμενόμενα στοιχεία εκσυγχρονισμού και βελτίωσης στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Η ύπαρξη υπεύθυνων για κάθε τι που επιχειρήθηκε να εισαχθεί στο εκπαιδευτικό μας σύστημα εδώ και δυο δεκαετίες δημιούργησε μια πολυεπίπεδη εκπαιδευτική καθοδηγητική δομή, που λειτουργεί τις περισσότερες φορές παράγοντας εσωτερικές αντιφάσεις. Προκαλεί δυσλειτουργία, που αντί να προωθεί τις καινοτομίες, στην ουσία τεμαχίζει το χώρο του σχολείου και εντέλει την ίδια την εκπαιδευτική πράξη.
Παράλληλα, η λειτουργία των 800 ολοήμερων σχολείων με ενιαίο αναμορφωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα που προβλέπει τη συνύπαρξη των διαφόρων ειδικοτήτων, δασκάλων, εκπαιδευτικών φυσικής αγωγής, ξένων γλωσσών, μουσικής, εικαστικών, θεατρικής αγωγής και πληροφορικής κατέδειξε την αναγκαιότητα ύπαρξης κοινού σχεδιασμού, ενότητας μεταξύ όλων των εμπλεκομένων στο Νέο Σχολείο και ενιαίου καθοδηγητικού και υποστηρικτικού μηχανισμού.
Στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων προωθείται:
-   η κατάργηση των Γραφείων Α/θμιας και Β/θμιας εκπ/σης και περιορισμός των επιπέδων διοίκησης,
-   η ενοποίηση των δομών (διοικητικών και καθοδηγητικών - υποστηρικτικών) που αντιμετωπίζουν κοινά θέματα Α/θμιας και Β/θμιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, με τη σύσταση ενιαίας διεύθυνσης εκπαίδευσης περιφερειακής ενότητας,
-   ο εξορθολογισμός της οργανωτικής δομής των περιφερειακών υπηρεσιών, η βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού και η βέλτιστη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων (μείωση των ενοικιαζόμενων κτιρίων που στεγάζουν τις περιφερειακές υπηρεσίες, συστέγαση όπου είναι δυνατό κ.λ.π.),
-   η αναδιοργάνωση, ο εξορθολογισμός, η ενίσχυση και ο συντονισμός του συστήματος επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου και η σύσταση νέας, ενιαίας δομής καθοδήγησης και υποστήριξης για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η ίδρυση δομής Στήριξης και Καθοδήγησης δεν αποτελεί νέα δομή, αλλά ενοποίηση υπαρκτών δομών επιμόρφωσης, υποστήριξης, υπεύθυνων και στελεχών καθοδήγησης (σχολικοί σύμβουλοι υπεύθυνοι καινοτόμων δράσεων, υπεύθυνοι υποστήριξης νέων τεχνολογιών, υπεύθυνοι για τον επαγγελματικό προσανατολισμό, κέντρα διάγνωσης και υποστήριξης ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών και κάθε είδους προσωπικό, δομή και υποδομή που αφορά στη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων) σε ένα ενιαίο κέντρο. Η σύσταση των δομών στήριξης και καθοδήγησης δεν επιφέρει νέες δαπάνες, γιατί οι σχολικοί σύμβουλοι και οι υπεύθυνοι δράσεων ήδη έχουν γραφεία.
-   η πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου (2011-15), προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλή προσαρμογή του συστήματος διοίκησης. Κατά την περίοδο αυτή εξακολουθούν στη λειτουργία τους οι διακριτές διευθύνσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίες αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες περιφερειακές ενότητες ή σύνολα περιφερειακών ενοτήτων και έχουν αναφορά σε συγκεκριμένους «καλλικρατικούς» δήμους ή σε δημοτικές κοινότητες. Παράλληλα συνιστώνται κοινές για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση Διευθύνσεις Στήριξης Εκπαιδευτικού Έργου. Για τον συντονισμό του έργου των διευθύνσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της αντίστοιχης Διεύθυνσης Στήριξης Εκπαιδευτικού Έργου, συνιστάται Συντονιστικό Συμβούλιο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού Περιφερειακής Ενότητας, το οποίο αποτελείται από τον προϊστάμενο του Γραφείου Στήριξης και τους διευθυντές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Οι Διευθύνσεις Στήριξης και το Συντονιστικό Συμβούλιο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού Περιφερειακής Ενότητας αποτελούν το πρώτο βήμα για την ενιαιοποίηση των διακριτών βαθμίδων της εκπαίδευσης μας, για τον εξορθολογισμό και την αποτελεσματική διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού, για τον ενιαίο προγραμματισμό του εκπαιδευτικού έργου και τον προγραμματισμό λειτουργίας των σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Με τον Εκπαιδευτικό Σχεδιασμό Περιφερειακής Ενότητας δίνονται σύγχρονες απαντήσεις στα εντοπισμένα εκπαιδευτικά ζητήματα, δημιουργούνται προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της αναγκαίας κουλτούρας συνεργασίας, γεφυρώνεται το χάσμα ανάμεσα στις δυο βαθμίδες και δίνεται σαφής κατεύθυνση για το μέλλον των δομών της ενιαίας εκπαίδευσης, για ενιαία διοικητική δομή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μετά τη λήξη της θητείας των στελεχών διοίκησης την 31.7.2015 .
 Η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης
Η ενίσχυση του επιτελικού και εποπτικού ρόλου του υπουργείου, η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων προς ενίσχυση του ρόλου των περιφερειακών δομών διοίκησης της εκπαίδευσης στη λήψη και υλοποίηση σημαντικών αποφάσεων και ο περιορισμός των επιπέδων διοίκησης αποτελούν πολιτικές επιλογές στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της αποκεντρωτικής διαδικασίας που ξεκίνησε με τη δημιουργία των Περιφερειακών Διευθύνσεων Εκπαίδευσης. Με τον θεσμό των Περιφερειακών Διευθύνσεων έχει ενιαιοποιηθεί σε επίπεδο Περιφέρειας η διοίκηση και η επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση της εκπαίδευσης, αλλά δεν έπαψε η άσκηση των αρμοδιοτήτων που τους δόθηκαν να προϋποθέτει πολλές φορές και για τα πιο απλά την έγκριση των κεντρικών διοικητικών οργάνων. Οι προτεινόμενες αλλαγές αποσκοπούν στην ταχύτερη επικοινωνία της διοίκησης με τις σχολικές μονάδες, απαλλάσσοντας τις κεντρικές υπηρεσίες από δυσανάλογο με την αναγκαιότητα γραφειοκρατικό φορτίο, ώστε να αφεθούν απερίσπαστες στο επιτελικό τους έργο.
Προκειμένου η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης να αποτελέσει ουσιαστικό κύτταρο εκπαιδευτικού σχεδιασμού, λήψης και υλοποίησης αποφάσεων, μεταφέρονται στο επίπεδο αυτό σημαντικές αρμοδιότητες, όπως:
-   η εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών σε περιφερειακό επίπεδο,
-   η οργάνωση της εισαγωγικής και ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, η εξειδίκευση και η υλοποίηση των στόχων της εθνικής στρατηγικής για την επιμόρφωση,
-   η οργάνωση και η στήριξη των διαδικασιών αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης,και η εποπτεία και ο έλεγχος της επίτευξης των εθνικών επιπέδων που έχουν τεθεί ανά μάθημα,
-   η λήψη αποφάσεων για την ίδρυση, οργάνωση, προαγωγή, συγχώνευση μεταφορά και μετατροπή σχολικών μονάδων,
-   η οργάνωση του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού και εκπαιδευτικών δράσεων που σχετίζονται με την Αγωγή Υγείας, την Περιβαλλοντική Αγωγή, κ.ά.,
-   η μέριμνα για όλα τα μαθητικά θέματα (σίτιση, μεταφορές, στέγαση, κατασκηνώσεις, κλπ).
 Γίνεται αντιληπτό ότι ο ρόλος της Περιφερειακής Διεύθυνσης στο νέο περιβάλλον είναι πολυδιάστατος. Η άμεση σχέση και επικοινωνία με τις τοπικές δομές, της επιτρέπει να γνωρίζει τις τοπικές ιδιαιτερότητες κι έτσι η σχέση με το Υπουργείο μπορεί να λειτουργεί αμφίδρομα, να προκαλεί, δηλαδή, την έκδοση οδηγιών και εγγράφων που να στηρίζουν εξειδικευμένα τις σχολικές μονάδες της κάθε περιφέρειας. Για το λόγο αυτό οι περιφερειακές διευθύνσεις ενισχύονται επιστημονικά και διοικητικά και στο οργανόγραμμά τους περιλαμβάνονται νέα τμήματα, ώστε να μετεξελιχθεί σε πλήρως αποκεντρωμένη και ολοκληρωμένη υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας για να μπορεί να αναδείξει τις τοπικές ιδιαιτερότητες και να έχει τη δυνατότητα να καταρτίζει και να υλοποιεί «Προγραμματικές Συμφωνίες» με τις αιρετές περιφέρειες. Παράλληλα προωθείται η ενοποίηση της επιστημονικής παιδαγωγικής καθοδήγησης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και σε αυτό το επίπεδο, όπως ενοποιημένα αντιμετωπίζονται και τα εκπαιδευτικά θέματα των δύο βαθμίδων.
esos.gr